Φίμωση

Φίμωση ορίζεται η αδυναμία ή δυσκολία αποκάλυψης της βαλάνου λόγω στένωσης της ακροποσθίας. Η ακροποσθία είναι το δέρμα το οποίο φυσιολογικά καλύπτει τη βάλανο του πέους και η οποία θα πρέπει με ευκολία να κινείται προς τα κάτω προκειμένου να αποκαλύπτεται η βάλανος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής και της ούρησης.

Η φίμωση μπορεί να είναι συγγενής ή επίκτητη. Στη συγγενή φίμωση, η αποκατάσταση δε συστήνεται πριν την ηλικία των 2 ετών ενώ κορτιζονούχες αλοιφές μπορούν να λύσουν το πρόβλημα στο 90% των ασθενών. Στην επίκτητη φίμωση, τα αίτια μπορούν να είναι υποτροπιάζουσες φλεγμονές της βαλάνου και της ακροποσθίας (βαλανοποσθίτιδα), ο σακχαρώδης διαβήτης και η κακή υγειινή της περιοχής. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η δημιουργία ενός στενωτικού ινωτικού δακτυλίου στην περιοχή της ακροποσθίας που εμποδίζει την κάθοδο της και την αποκάλυψη της βαλάνου.

Η φίμωση μπορεί να οδηγήσει σε λοιμώξεις της βαλάνου, μπορεί να είναι αίτιο υπογονιμότητας λόγω αδυναμίας εξόδου του σπέρματος καθώς και στυτικής δυσλειτουργίας. Πρόσφατες μελέτες έχουν συσχετίσει την ύπαρξη φίμωσης με τον καρκίνο του πέους.

Η θεραπεία της φίμωσης περιλαμβάνει τη ραχιαία σχάση της ακροποσθίας και την περιτομή. Η ραχιαία σχάση στοχεύει στη διάνοιξη του στενωτικού δακτυλίου ώστε να είναι δυνατή η κάθοδος της ακροποσθίας και η αποκάλυψη της βαλάνου. Χρησιμοποιείται συνήθως ως επείγουσα λύση σε ασθενείς με επίσχεση ούρων ή σε ασθενείς που δε μπορούν να διακόψουν την αντιπηκτική τους αγωγή. Δε συστήνεται ως 1η επιλογή λόγω του υψηλού κινδύνου υποτροπής της φίμωσης.

Η κύρια θεραπεία της φίμωσης είναι η περιτομή, δηλαδή η αφαίρεση της ακροποσθίας και του στενωτικού δακτυλίου. Η περιτομή προσφέρει μόνιμη λύση στο πρόβλημα της φίμωσης ενώ φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο μόλυνσης από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσματα.