Περιτομή

Περιτομή είναι η χειρουργική αφαίρεση της ακροποσθίας, δηλαδή της δερματικής πτυχής που καλύπτει τη βάλανο του πέους. Η συνηθέστερη ιατρική ένδειξη για τη διενέργεια περιτομής είναι η φίμωση, η δυσκολία δηλαδή καθόδου της ακροποσθίας και η αδυναμία αποκάλυψης της βαλάνου.

Προφύλαξη από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα

Επιστημονικά δεδομένα έχουν δείξει πως η περιτομή μειώνει σημαντικά την πιθανότητα μόλυνσης από τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV), τον ιό των ανθρώπινων κονδυλωμάτων (HPV) και τον ιό του έρπητα των γεννετικών οργάνων (HSV). Οι άνδρες που έχουν υποβληθεί σε περιτομή διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο για λοιμώξεις του ουροποιητικού (προστατίτιδα) και της βαλάνου (βαλανοποσθίτιδα).

Πως γίνεται η επέμβαση

Η επέμβαση γίνεται με τοπική αναισθησία. Αφαιρείται η ακροποσθία και τα δύο πέταλα της πόσθης συρράπτονται με απορροφήσιμα ράμματα. Στην περιοχή της επέμβασης και ει μπάνιο στην περιοχή με τρεχούσ λεγύρω από το πέος τοποθετούνται γάζες οι οποίες αφαιρούνται την επόμενη μέρα της επέμβασης. Η νοσηλεία του ασθενούς διαρκεί μερικές ώρες.

Η πλήρης επούλωση του τραύματος ολοκληρώνεται 10-15 ημέρες μετά την επέμβαση. Ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει άμεσα στις δραστηριότητες του και στην εργασία του. Η σεξουαλική επαφή δε συστήνεται για 2-4 εβδομάδες προς αποφυγή κάκωσης της περιοχής.

Επιπλοκές

Μικρό ποσοστό ασθενών μπορεί να εμφανίσει κάποιο αιμάτωμα στην περιοχή, το οποίο αντιμετωπίζεται με πίεση στο τραύμα και δεν έχει καμία συνέπεια στον ασθενή. Εξαιρετικά σπάνια μπορεί να παρουσιαστεί επιμόλυνση του χειρουργικού τραύματος, η οποία αντιμετωπίζεται με την κατάλληλη χορήγηση αντιβιοτικών.

ΕΜΕΙΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ

pencil-grey

Ίσως η σημαντικότερη επιπλοκή της επέμβασης είναι η επώδυνη στύση. Αν κατά τη διάρκεια της περιτομής αφαιρεθεί μεγάλο τμήμα του δέρματος που καλύπτει τη βάλανο, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πόνο κατά τη στύση. Για την αποφυγή της σοβαρής αυτής επιπλοκής, εμείς προτείνουμε, και εφαρμόζουμε στην πράξη, την πλήρη αφαίρεση του έσω πετάλου της ακροποσθίας, της περιοχής δηλαδή που εμφανίζεται ο στενωτικός ουλώδης δακτύλιος, και τη διατήρηση του μεγαλύτερου τμήματος του έξω πετάλου της ακροποσθίας. Αυτό οδηγεί σε διατήρηση του αναγκαίου μήκους δέρματος που χρειάζεται κατά τη στύση ενώ παράλληλα δεν εκθέτει πλήρως τη βάλανο στη φάση χάλασης μειώνοντας τα φαινόμενα ερεθισμού και δυσανέξιας.